Ο υποθυρεοειδισμός είναι μια πολύ συχνή διαταραχή της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα. Χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα TSH και μειωμένα Τ3 και Free T4 ενώ υπάρχουν και ορισμένα συμπτώματα, όπως κούραση, αδυναμία, ξηροδερμία, αίσθημα ψυχρού, τριχόπτωση, δυσκοιλιότητα, αύξηση βάρους κ.ά.
Ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός είναι μια ξεχωριστή οντότητα, που χαρακτηρίζεται από αύξηση των επιπέδων της TSH με φυσιολογικές τιμές T3 (τριιωδοθυρονίνης) και Free T4 (ελεύθερης θυροξίνης), ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή όχι συμπτωμάτων δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς. Η συχνότητα αυτής της διαταραχής έχει ανέβει στο 4 – 12% των ενηλίκων, το οποίο μεταφράζεται σε 1 δισεκατομμύριο άτομα παγκοσμίως.
Για την εκτίμηση της αξίας αυτής της διάγνωσης στα ηλικιωμένα άτομα έχει μετρηθεί η επίδρασή της σε ορισμένους δείκτες όπως τα λιπίδια ή το πάχος του έσω μέσου χιτώνα των αγγείων. Η επίδραση όμως της θεραπείας με θυροξίνη σε παράγοντες που είναι σημαντικοί στην τρίτη ηλικία, όπως πχ η θνησιμότητα και η νοητική λειτουργία, παραμένει άγνωστη στα άτομα που έχουν επίπεδα TSH κάτω των 10 mIU/l. Αντίθετα, μπορεί να υπάρχουν και παρενέργειες από τη θεραπεία, όπως στηθάγχη, κολπική μαρμαρυγή, υπερθυρεοειδισμός, οστεοπώρωση και κατάγματα. Και πράγματι, από τα άτομα άνω των 65 ετών που παίρνουν θεραπεία με λεβοθυροξίνη, το 40% και πλέον έχει ιατρογενή υπερθυρεοειδισμό. Αξιοσημείωτο εξάλλου είναι και το κόστος της θεραπείας, το κόστος των εξετάσεων παρακολούθησης και οι επισκέψεις στο γιατρό για μια θεραπεία που δεν έχει τεκμηριωμένο όφελος.
Ειδικά στους ηλικιωμένους ασθενείς μπαίνει αρκετά συχνά η εσφαλμένη διάγνωση του υποκλινικού υποθυρεοειδισμού. Η εξέταση της TSH είναι στις εξετάσεις ρουτίνας. Η ελαφρά αυξημένη τιμή της είναι αναμενόμενη με την άνοδο της ηλικίας, όπως συμβαίνει και με τη μειωμένη τιμή οστικής πυκνότητας ή τεστοστερόνης. Γι’ αυτό έχει προταθεί μια μεγαλύτερη ανώτερη φυσιολογική τιμή TSH (δηλαδή 7.5 ή 8.5 mIU/l) σε άτομα άνω των 65 ετών. Σε μια μεγάλη μελέτη υγιών ατόμων το 3% είχαν επίπεδα TSH μεταξύ 5.5 και 10 mIU/l. Στα επόμενα 5 χρόνια η TSH επανήλθε στο φυσιολογικό στο 62% απ’ αυτούς. Η πιθανή εξήγηση αυτής της υποστροφής είναι η φυσιολογική διακύμανση που παρουσιάζει η TSH, η συνύπαρξη άλλων νοσημάτων, η λήψη φαρμάκων, ο χρόνος της μέτρησης και η μέτρηση σε κατάσταση νηστείας ή όχι.
Φαίνεται λοιπόν ότι με τη χρήση μόνο της τιμής της TSH χορηγούμε λεβοθυροξίνη σε πολλούς ηλικιωμένους με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό. Αυτή η θεραπεία όχι μόνο δεν έχει τεκμηριωμένο όφελος, αλλά είναι δυνητικά επιβλαβής και έχει αυξημένο κόστος. Γι’ αυτό το λόγο, ο κλινικός γιατρός που διαπιστώνει ένα πιθανό υποκλινικό υποθυρεοειδισμό, θα πρέπει να χρησιμοποιεί τα κατάλληλα για την ηλικία φυσιολογικά όρια της TSH, και να επαναλαμβάνει την εξέταση 4 – 8 εβδομάδες αργότερα, στο ίδιο εργαστήριο, πριν βάλει τη διάγνωση.
Φαίνεται λοιπόν ότι η θεραπεία του υποκλνικού υποθυρεοειδισμού σε πολλούς ηλικιωμένους όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά αντιθέτως έχει ανεπιθύμητες ενέργειες και αυξημένο κόστος.