Η ορθοστατική υπόταση συσχετίστηκε με μικρότερη ταχύτητα βάδισης και μικρότερο μήκος βήματος σε μια πρόσφατη μελέτη.
Τόσο η ορθοστατική υπόταση όσο και η διαταραχή της βάδισης βάζουν σε κίνδυνο για πτώση στο έδαφος τα ηλικιωμένα άτομα. Σε αυτή τη μελέτη, εξετάστηκε εάν η ορθοστατική υπόταση σχετίζεται με τη διαταραχή βάδισης σε 4.300 ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας (μέση ηλικία, 62) στην Ιρλανδία. Το 18% είχε ορθοστατική υπόταση (πτώση της αρτηριακής πίεσης ≥20 mm Hg συστολική ή ≥10 mm Hg διαστολική, στα 30 δευτερόλεπτα μετά την μετάβαση από την ύπτια θέση στην όρθια). Ένα ειδικό στρώμα βαδίσματος με αισθητήρες πίεσης επέτρεψε στους ερευνητές να αναλύσουν την ταχύτητα και τον συντονισμό του βήματος των συμμετεχόντων.
Στις αναλύσεις που διενεργήθηκαν, οι συμμετέχοντες με ορθοστατική υπόταση είχαν σημαντικά χαμηλότερη μέση ταχύτητα βάδισης και μικρότερο μέσο μήκος βήματος από τους συμμετέχοντες χωρίς ορθοστατική υπόταση. Επιπλέον, όσοι είχαν ορθοστατική υπόταση είχαν σημαντικά μεγαλύτερη σε διάρκεια «φάση διπλής στήριξης» (το ποσοστό του χρόνου που και τα δύο πόδια έρχονται σε επαφή με το πάτωμα κατά τη διάρκεια του περπατήματος). Όλα αυτά τα ευρήματα συσχετίζονται με χαμηλότερη απόδοση βάδισης.
Αυτή η μελέτη δείχνει μια συσχέτιση μεταξύ ορθοστατικής υπότασης και της διαταραχής της βάδισης. Μόνο το 1% των ασθενών με ορθοστατική υπόταση είχαν νόσο Parkinson και μόνο το 9% είχαν διαβήτη. Επομένως, αυτές οι δύο σχετικά κοινές αιτίες τόσο της ορθοστατικής υπότασης όσο και του μη φυσιολογικού βαδίσματος δεν μπορούν να εξηγήσουν πλήρως τα ευρήματα. Δυστυχώς, δεν αναφέρθηκαν τα φάρμακα που λάμβαναν οι συμμετέχοντες στη μελέτη. Παρ ‘ όλα αυτά, ένα μήνυμα που παίρνουμε είναι ότι πρέπει να ελέγχουμε τακτικά την αρτηριακή πίεση και στην όρθια θέση σε κάθε ασθενή που παρουσιάζει εμφανή ή και ανεπαίσθητα συμπτώματα που σχετίζονται με το βάδισμα.