Η μετάβαση στην εμμηνόπαυση συμβαίνει όταν οι εμμηνορρυσιακοί κύκλοι αρχίζουν να διαταράσσονται ή όταν εμφανίζονται τα συμπτώματα που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση. Η μετάβαση αυτή χωρίζεται σε 7 στάδια με ποικίλη διάρκεια, επίπεδα ορμονών και συμπτώματα. Στο κείμενο παρακάτω επισημαίνονται οι ανεπιθύμητες καρδιομεταβολικές αλλαγές στις γυναίκες κατά τη διάρκεια της μετάβασης στην εμμηνόπαυση και προτείνονται παρεμβάσεις που μπορούν να μειώσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Παρόλο που οι γυναίκες αναπτύσσουν καρδιαγγειακή νόσο αργότερα στη ζωή από τους άνδρες, η καρδιαγγειακή νόσος παραμένει η κύρια αιτία θανάτου και σ’ αυτές. Η μετάβαση στην εμμηνόπαυση σηματοδοτεί μια περίοδο επιτάχυνσης της αύξησης του καρδιαγγειακού κινδύνου, αλλά παραμένει υποεκτιμημένη.
Η πρώιμη εμμηνόπαυση (πριν από την ηλικία των 45 ετών) σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για στεφανιαία νόσο και καρδιακή ανεπάρκεια.
Η πρώιμη εμμηνόπαυση που προκαλείται από την αμφοτερόπλευρη ωοθηκεκτομή, χωρίς θεραπεία υποκατάστασης με οιστρογόνα, σχετίζεται με υψηλότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Για αυτές τις γυναίκες, συνιστάται ορμονική θεραπεία τουλάχιστον έως την ηλικία των 50 ετών (μέση ηλικία της εμμηνόπαυσης).
Η μείωση της οιστραδιόλης κατά τη διάρκεια της μετάβασης στην εμμηνόπαυση έχει συνδεθεί με εναποθέσεις λίπους στην καρδιά και η μετάβαση σχετίζεται επίσης με αυξημένη κεντρική / σπλαχνική εναπόθεση λίπους και μείωση της μυϊκής μάζας, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε δυσμενές καρδιομεταβολικό προφίλ.
Τα αγγειοκινητικά συμπτώματα που σχετίζονται με τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση συνδέονται με δυσλιπιδαιμία, αντίσταση στην ινσουλίνη και υπέρταση.
Οι διαταραχές του ύπνου και τα καταθλιπτικά συμπτώματα, δυο συνηθισμένες διαταραχές κατά τη διάρκεια της μετάβασης, σχετίζονται με χειρότερη κατάσταση καρδιαγγειακής υγείας.
Παρόλο που μόνο μία μελέτη επικεντρώθηκε στην πρόληψη κατά τη διάρκεια της μετάβασης, μελέτες μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών δείχνουν ότι οι παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής είναι χρήσιμες για τη μείωση των ανεπιθύμητων καρδιομεταβολικών παραγόντων κινδύνου.
Η ορμονική θεραπεία μπορεί να βελτιώσει την καρδιομεταβολική υγεία και να μειώσει τα καρδιαγγειακά νοσήματα όταν ξεκινά στη διάρκεια της μετάβασης στην εμμηνόπαυση, αλλά μπορεί να είναι επιβλαβής όταν ξεκινά σε ηλικιωμένες γυναίκες ή μετά από 10 χρόνια από την εμμηνόπαυση.
Παρόλο που οι περισσότερες σύγχρονες οδηγίες πρόληψης της καρδιαγγειακής νόσου δεν αναφέρονται στη μετάβαση στην εμμηνόπαυση, οι οδηγίες για τα λιπίδια του 2018 θεώρησαν την πρόωρη εμμηνόπαυση ως παράγοντα αύξησης του κινδύνου που μπορεί να ευνοήσει την έναρξη της στατίνης.
Αυτή η επιστημονική αναφορά υπογραμμίζει την κατάσταση της εμμηνόπαυσης ως ουσιώδες στοιχείο στην αξιολόγηση του καρδιαγγειακού κινδύνου και στο σχεδιασμό της στρατηγικής πρόληψης. Η μετάβαση στην εμμηνόπαυση σχετίζεται με δυσμενές καρδιομεταβολικό προφίλ και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, ανεξάρτητα από τη χρονολογική ηλικία. Η λεπτομερής αξιολόγηση του χρόνου εμφάνισης, της αιτίας (φυσική έναντι ιατρογενούς) και των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης θα πρέπει να αποτελούν μέρος της καθημερινής κλινικής αξιολόγησης των γυναικών ασθενών μας.
Βιβλιογραφία
El Khoudary SR et al. Menopause transition and cardiovascular disease risk: Implications for timing of early prevention: A scientific statement from the American Heart Association. Circulation 2020 Dec 22; 142:e506.