Σε μια μελέτη στο Ισραήλ, όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μετά τον εμβολιασμό, τη λοίμωξη ή και τα δύο, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα λοίμωξης με την παραλλαγή Delta.
Η σύγκριση των επιπτώσεων του προηγούμενου COVID-19, του εμβολιασμού ή ενός συνδυασμού και των δύο στον κίνδυνο για επακόλουθη λοίμωξη υποδηλώνει ένα πιθανό πλεονέκτημα για την υβριδική ανοσία. Χρησιμοποιώντας εθνικά δεδομένα του Ισραήλ για τον εμβολιασμό με BNT162b2 (Pfizer-BioNTech), οι ερευνητές αξιολόγησαν τον κίνδυνο λοίμωξης κατά τη διάρκεια του κύματος Δέλτα (1 Αυγούστου – 30 Σεπτεμβρίου 2021) με βάση την προϋπάρχουσα ανοσία που κατηγοριοποιήθηκε ως: (α) ανέρρωσε και μη εμβολιασμένος, (β) ανέρρωσε και εμβολιάστηκε με μία δόση, (γ) εμβολιάστηκε με μία δόση και ανέρρωσε, (δ) εμβολιάστηκε με δύο δόσεις και (ε) εμβολιάστηκε με τρεις δόσεις. Ο κίνδυνος λοίμωξης αναλύθηκε χρονικά από το συμβάν πρόσδοσης ανοσίας.
Το προσαρμοσμένο ποσοστό επαναμόλυνσης στην ομάδα που ανέρρωσε, μη εμβολιασμένη αυξήθηκε από 10,5 ανά 100.000 ανθρωποημέρες στους 4-6 μήνες σε 30,2 σε ≥12 μήνες μετά την αρχική ανάρρωσή. Στα αναρρώσαντα και στα εμβολιασμένα άτομα, αυτά τα ποσοστά ήταν 3,7 και 11,6 στους 2 μήνες και 6-8 μήνες μετά τον εμβολιασμό, αντίστοιχα. Σε όσους είχαν λάβει δύο δόσεις εμβολίου, τα ποσοστά μόλυνσης αυξήθηκαν από 21,1 (2 μήνες μετά τον εμβολιασμό) σε 88,9 (6–8 μήνες μετά τον εμβολιασμό). Στην ανάλυση προσαρμοσμένη για το χρόνο από το γεγονός που προσδίδει ανοσία, οι ομάδες των αναρρωσάντων και μη εμβολιασμένων, αναρρωσάντων και εμβολιασμένων, ή εμβολιασμένων και αναρρωσάντων είχαν συγκρίσιμο κίνδυνο επαναμόλυνσης. Η ομάδα των τριών δόσεων είχε δεδομένα μόνο έως και 2 μήνες μετά τον εμβολιασμό, οπότε το ποσοστό μόλυνσης ήταν 8,2. Ο αριθμός των σοβαρών περιπτώσεων ήταν γενικά χαμηλός, κυμαινόμενος από 0,4 έως 4,6 ανά 100.000 ανθρωποημέρες σε όλες τις ομάδες.
Οι πολλοί περιορισμοί αυτής της μελέτης παρατήρησης περιλαμβάνουν διαφορές μεταξύ των ομάδων στην κατανομή της ηλικίας και της εθνικότητας καθώς και στη συχνότητα των εξετάσεων. Επίσης, οι συγγραφείς δεν μπορούσαν να διακρίνουν τις επιπτώσεις στην ανοσολογική εξασθένηση λόγω της εμφάνισης νέων παραλλαγών SARS-CoV-2 (π.χ. Omicron) και η παρακολούθηση ήταν ελάχιστη για την ομάδα των τριών δόσεων. Είναι σημαντικό όμως, ότι ακόμη και με έναν χαμηλό ορισμό της σοβαρής νόσου, όλες οι ομάδες είχαν πολύ λίγες σοβαρές περιπτώσεις για να επιτρέψουν τη στατιστική ανάλυση – ένα ενθαρρυντικό εύρημα από την άποψη της δημόσιας υγείας.
Βιβλιογραφία
Goldberg Y et al. Protection and waning of natural and hybrid immunity to SARS-CoV-2. N Engl J Med 2022 Jun 9; 386:2201.